Αντηλιακά: Πότε δεν είναι αποτελεσματικά;

Αντηλιακά: Πότε δεν είναι αποτελεσματικά;

Λιγότερο αποτελεσματικό γίνεται ένα αντηλιακό που εκτίθεται σε υψηλές θερμοκρασίες, καθώς ο ήλιος και η ζέστη αποδομούν τα ενεργά συστατικά του γρηγορότερα. Έτσι το πιθανότερο είναι να μην εκπληρώνει τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιείται. Γι’ αυτό πρέπει να λαμβάνονται μέτρα, ώστε να διατηρεί τη σύνθεσή του και να παρέχει επαρκή προστασία στο δέρμα για περισσότερο χρόνο.

«Φέτος το καλοκαίρι προβλέπεται η θερμοκρασία να φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ και η ανάγκη για χρήση αντηλιακών καθίσταται πιο αναγκαία από ποτέ. Για τη μέγιστη απόδοσή τους, όμως, είναι απαραίτητο να προφυλάσσονται από τον άμεσο ήλιο και τις υψηλές θερμοκρασίες.

Η συνήθεια αποθήκευσής τους στο πορτμπαγκάζ, ή στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου μέχρι την επόμενη φορά που θα χρειαστούν, υποβαθμίζει τα συστατικά και τις χημικές ουσίες που περιέχουν. Το ίδιο ισχύει και όταν παραμένουν κάτω από τον ήλιο στην παραλία επί ώρες. Αν και δεν “χαλάνε” σε μια μέρα, η επαναλαμβανόμενη αυτή πρακτική δεν τα διατηρεί στην καλή κατάσταση που έχουν κατά την αγορά τους», τονίζει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.

Η μείωση της αποτελεσματικότητάς τους κάτω από αυτές τις συνθήκες έχει επιβεβαιωθεί άλλωστε και από μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American Academy of Dermatology.

Μα γιατί χρειαζόμαστε τα αντηλιακά;

Το αντηλιακό βοηθά στην προστασία του δέρματος από την υπεριώδη ακτινοβολία (UV), η οποία, με την πάροδο του χρόνου, μπορεί να οδηγήσει σε πρόωρη γήρανση, υπερμελάγχρωση και καρκίνο του δέρματος,

Αποτρέπει τα εγκαύματα, τα οποία εκτοξεύουν τις πιθανότητες μελανώματος, ιδίως όταν είναι σοβαρά. Η πραγματική βλάβη που προκαλείται μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και δεκαετίες αργότερα.

Πώς το κάνουν αυτό;

Μπλοκάροντας τις ακτίνες UVA, και UVB. Οι πρώτες διεισδύουν βαθύτερα στο δέρμα, προκαλώντας υπερμελάγχρωση και πρόωρη γήρανση, αφού μπορούν να διασπάσουν το κολλαγόνο και την ελαστίνη. Ερευνάται ακόμα κατά πόσον εμπλέκονται  στο σχηματισμό μελανώματος. Οι δεύτερες προκαλούν τον θάνατο των δερματικών κυττάρων, προκαλώντας ερυθρότητα, έγκαυμα και ξεφλούδισμα. Τουλάχιστον το 70% των περιστατικών μελανώματος προκαλούνται από μεταλλάξεις εξαιτίας της UVB ακτινοβολίας.

Επομένως, ούτε η UVA ούτε η UBV είναι φιλική προς το δέρμα.

Είναι ίδια όλα τα αντηλιακά;

Αναλόγως της σύνθεσής τους, οι βασικοί τύποι αντηλιακών είναι δύο – τα φυσικά (παρασκευάζονται με ορυκτά, όπως το διοξείδιο του τιτανίου ή οξείδιο του ψευδαργύρου) και τα χημικά.

Τα φυσικά αντηλιακά έχουν παχιά υφή, δεν απορροφώνται και αντανακλούν το υπεριώδες φως πριν αυτό διεισδύσει στο δέρμα.  Ενώ παλαιότερα έκαναν έναν λευκό στρώμα στο δέρμα, τα σύγχρονα φυσικά αντηλιακά απλώνονται καλύτερα. Προτιμώνται όταν επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες ή/και υγρασία, καθώς δεν χάνουν τις ιδιότητές τους εύκολα. Είναι πιο ανθεκτικά στις θερμοκρασίες από τα χημικά αντηλιακά, αλλά και αυτά αποδομούνται με τον καιρό.

Τα  χημικά αντηλιακά περιέχουν ουσίες που απορροφώνται από το δέρμα. Λειτουργούν σχηματίζοντας ένα λεπτό φιλμ, που μετατρέπει τη δομή των ακτινών σε θερμότητα πριν διεισδύσουν στο δέρμα. Χάνουν δε τις προστατευτικές τους ιδιότητες μετά το κολύμπι ή την εφίδρωση. Αποφεύγονται από άτομα με ευαίσθητο δέρμα, καθώς σε συνδυασμό με τον ιδρώτα μπορεί να προκαλέσουν κνησμό και άλλα συμπτώματα.

Κατηγοριοποιούνται, επίσης, ανάλογα με τον δείκτη προστασίας από τον ήλιο (SPF). Στη χώρα μας, που η ηλιακή ακτινοβολία είναι έντονη, πρέπει να χρησιμοποιούνται αντηλιακά ευρέως φάσματος (προστατεύουν τόσο από τις UVA όσο και από τις UVB) με SPF 30 και άνω.

Υπάρχει σχέση μεταξύ θερμοκρασίας και δείκτη UV;

Παρά την κοινή πεποίθηση, η θερμοκρασία δεν συνδέεται απαραίτητα με τον δείκτη UV (που τα τελευταία χρόνια συνοδεύει τα μετεωρολογικά δελτία).

Ο δείκτης αποτελεί ένδειξη της ταχύτητας που μπορεί να προκύψει ένα ηλιακό έγκαυμα – όσο μεγαλύτερος είναι τόσο πιο γρήγορα προκαλείται. Εξαρτάται από τη γωνία του ήλιου και όχι από τη θερμοκρασία. Επομένως, ένα ηλιακό έγκαυμα είναι πιθανότερο να συμβεί μεταξύ 12.00-14:00 που ο ήλιος είναι κάθετος και όχι αργότερα μέσα στη μέρα που η θερμοκρασία είναι υψηλότερη.

Πώς να επιλέξω αντηλιακό;

Η χρήση αντηλιακού πρέπει να γίνει συνήθεια όλων, ανεξαρτήτως χρώματος δέρματος, ηλικίας και φύλου. Είναι αναγκαίο να χρησιμοποιείται καθημερινά και όλο τον χρόνο.

Η επιλογή του εξαρτάται τόσο από τον τύπο δέρματος (π.χ. λιπαρό, ξηρό, ακνεϊκό κ.ά.) όσο και από τις καιρικές συνθήκες. Αναλόγως της τοποθεσίας, τον χειμώνα μπορεί να επαρκεί ένα αντηλιακό με χαμηλότερο δείκτη προστασίας, αλλά το καλοκαίρι ακόμα και όταν έχει συννεφιά ή βρέχει πρέπει να εφαρμόζεται αντηλιακό με υψηλό δείκτη προστασίας, που απορροφάται γρήγορα, είναι αδιάβροχο και παραμένει για περισσότερο χρόνο στο δέρμα και το ενυδατώνει.

Πώς να διατηρήσω το αντηλιακό μου περισσότερο;

Για να συντηρηθούν τα συστατικά του αντηλιακού πρέπει να φυλάσσεται σε δροσερό και σκοτεινό μέρος. Εξάλλου η ημερομηνία λήξης ισχύει μόνο όταν ακολουθούνται αυτές τις οδηγίες.

Η αποθήκευσή του μέσα στο αυτοκίνητο, στο οποίο αναπτύσσονται θερμοκρασίες έως 60 βαθμούς Κελσίου δεν ενδείκνυται. Είναι καλύτερο να τοποθετείται στην τσάντα χειρός, ώστε να είναι ευχερής η τακτική χρήση και επανάληψη καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.

Στην παραλία, το αντηλιακό πρέπει να τυλίγεται σε μια βρεγμένη, κατά προτίμηση, πετσέτα και να παραμένει στη σκιά, π.χ. κάτω από ομπρέλα. Εναλλακτικά, μπορεί να μπει σε ισοθερμική σακούλα τροφίμων μαζί με μια παγοκύστη. Εάν υπάρχει φορητό ψυγείο, η τοποθέτησή του μέσα σε αυτό είναι ακόμα καλύτερη λύση για τη διατήρηση στην αρχική του κατάσταση.

Πώς είναι ένα αλλοιωμένο αντηλιακό;

Η διάρκεια ζωής των αντηλιακών δεν ξεπερνά συνήθως τα 2 έτη και είναι ασφαλή για χρήση όταν διατηρούν το χρώμα, την οσμή και την υφή τους αναλλοίωτη.

Όταν δεν συντηρούνται όπως πρέπει, το χρώμα γίνεται σκουρότερο και μυρίζουν δυσάρεστα. Τα συστατικά τους διασπώνται, χάνεται η ενιαία υφή τους (ορυκτά αντηλιακά) και γίνονται υδαρή (χημικά αντηλιακά).
Επομένως, όταν ένα ή περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά μεταβληθούν, το αντηλιακό όχι μόνο είναι αναποτελεσματικό αλλά και επιβλαβές και πρέπει να αντικαθίσταται αμέσως.

«Η επιλογή του αντηλιακού είναι προσωπική υπόθεση. Πρέπει να επιλέγεται αυτό που ταιριάζει στο δέρμα και δεν του δημιουργεί πρόβλημα. Αλλά το σημαντικότερο είναι να ταιριάζει στις προτιμήσεις του χρήστη, προκειμένου να το χρησιμοποιεί τακτικά και σωστά, καθημερινά!

Μόνο έτσι διατηρείται το δέρμα υγιές, λαμπερό και προστατευμένο, στο μέτρο του δυνατού.

Γιατί η εφαρμογή αντηλιακού περιορίζει τον κίνδυνο φωτογήρανσης και καρκίνου, αλλά δεν τον εξαλείφει. Επομένως, οποιοδήποτε σημάδι εμφανιστεί στο δέρμα που μοιάζει ύποπτο, ή μια υπάρχουσα ελιά αλλάξει μέγεθος, σχήμα, χρώμα, υφή θα πρέπει να ελέγχεται αμέσως από δερματολόγο, προκειμένου να υπάρξει έγκαιρη διάγνωση. Με τη βοήθεια του δερματοσκοπίου εξετάζεται ένας-ένας σε μεγέθυνση, ώστε να αναγνωριστούν αμέσως οι σπίλοι που παρουσιάζουν αλλοιώσεις και να αντιμετωπιστεί ταχύτατα η τυχόν κακοήθεια.

Είναι μια ανώδυνη εξέταση που δε πρέπει να γίνεται μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, αλλά και προληπτικά, αφού με τη δυνατότητα αποθήκευσης των δεδομένων και σύγκρισης που παρέχει εντοπίζονται αλλοιώσεις που με γυμνό μάτι δεν θα γίνονταν αντιληπτές και έτσι αποφεύγονται δυσάρεστες εξελίξεις», καταλήγει ο δρ Στάμου.