Σοβαρές είναι οι επιπτώσεις του πρωκτικού συριγγίου στους ασθενείς που δεν επιδιώκουν τη θεραπεία του ή που δεν αντιμετωπίζονται σωστά. Και στις δύο περιπτώσεις μπορεί να αναπτυχθούν υποτροπιάζοντα περιφερικά αποστήματα και ένα πολύπλοκο δίκτυο συριγγίων, που συνήθως προκαλεί πόνο, αιμορραγία, δερματικές λοιμώξεις και σήψη. Υψηλός είναι και ο κίνδυνος ακράτειας κοπράνων.
Στις επιπλοκές περιλαμβάνονται και οι υποτροπές μετά το χειρουργείο και η αδυναμία ελέγχου του εντέρου εάν αφαιρεθεί κάποιος από τους μυς γύρω από τον πρωκτικό σφιγκτήρα. Τότε το μέγεθος της σωματικής και συναισθηματικής επίδρασης που ασκεί στους ασθενείς είναι έντονο, επηρεάζοντας την ποιότητα ζωής τους.
«Τα περιεδρικά συρίγγια είναι μικρά τούνελ που συνδέουν έναν μολυσμένο αδένα μέσα στον πρωκτό με ένα άνοιγμα στο δέρμα γύρω από αυτόν. Εμφανίζονται συχνά λόγω ύπαρξης κάποιου φραγμένου πρωκτικού αδένα ή κάποιου αθεράπευτου αποστήματος, δηλαδή μια συλλογή πύου, που είναι συνέπεια κάποιας μόλυνσης. Άλλες, πολύ λιγότερο συχνές παθήσεις που μπορούν να προκαλέσουν πρωκτικό συρίγγιο είναι οι σεξουαλικά μεταδιδόμενες νόσοι, η φυματίωση, η εκκολπωματίτιδα, η νόσος του Crohn, ο καρκίνος και η ακτινοβολία για τη θεραπεία του, αλλά και ο τραυματισμός», μας εξηγεί ο Γενικός Χειρουργός και Διευθυντής Χειρουργικής Κλινικής, στον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών δρ Αναστάσιος Ξιάρχος.
Αναλόγως της θέσης τους συγκριτικά με τον σφιγκτήρα, τα περιεδρικά συρίγγια κατηγοριοποιούνται σε μεσοσφιγκτηριακά, διασφιγκτηριακά, υπερσφιγκτηριακά και εξωσφιγκτηριακά. Μπορεί να είναι απλά ή περίπλοκα (σύνθετα). Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν οίδημα στην περιπρωκτική περιοχή, συχνά συνοδευόμενο από πόνο, πυώδεις εκκρίσεις και ερεθισμό που επιδεινώνεται κατά την αφόδευση ή όταν ο ασθενής κάθεται, κινείται ή βήχει έντονα. Επίσης μπορεί να εμφανιστεί αιμορραγία, πυρετός, ρίγη και γενικό αίσθημα κόπωσης.
Η διάγνωση προϋποθέτει την κλινική εξέταση της περιοχής γύρω από τον πρωκτό και περαιτέρω εξετάσεις, όπως ορθροσκόπηση, υπερηχογράφημα ή μαγνητική τομογραφία, προκειμένου ο χειρουργός να αποκτήσει μια καλύτερη εικόνα της διαδρομής του συριγγίου και του βάθους του.
Η χειρουργική επέμβαση είναι σχεδόν πάντα απαραίτητη για τη θεραπεία ενός πρωκτικού συριγγίου και επιδίωξη του χειρουργού είναι μια ισορροπία μεταξύ της απαλλαγής από το συρίγγιο και της προστασίας του πρωκτικού σφιγκτήρα, ο οποίος θα μπορούσε να προκαλέσει ακράτεια σε περίπτωση βλάβης.
Μια επαναστατική μέθοδος θεραπείας των περιεδρικών συριγγίων που εξαλείφει αυτόν τον κίνδυνο είναι η ενδοσκοπική θεραπεία (VAAFT). Πλεονεκτεί έναντι άλλων μεθόδων και διότι δεν απαιτεί οποιαδήποτε απεικονιστική εξέταση (μαγνητική τομογραφία ή υπερηχογράφημα) πριν από την επέμβαση. Ο λόγος είναι ότι μπορεί να κάνει χαρτογράφηση του συριγγίου πριν από την καταστροφή του συριγγώδους πόρου και των διακλαδώσεων του συριγγίου. Πρόκειται για μια ανώδυνη και αναίμακτη μέθοδο που δεν απαιτεί νοσηλεία.
«Αυτό που θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι ασθενείς είναι ότι το συρίγγιο δεν θα ιαθεί χωρίς χειρουργική θεραπεία. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισής του, λαμβάνοντας προφυλακτικά μέτρα για την αποφυγή τραυματισμών της περιοχής, δυσκοιλιότητας και διάρροιας, καθώς και των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων», καταλήγει ο δρ Αναστάσιος Ξιάρχος.