Πρότυπο διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς για ασθενείς με LONG COVID
«Καταγράφουμε, ερευνούμε, διαγιγνώσκουμε και αντιμετωπίζουμε ολιστικά τους ασθενείς με LONG COVID»
Το σύνδρομο LONG COVID, ως μια καινούργια οντότητα που απαιτεί ολιστική διεπιστημονική προσέγγιση, με εκπαίδευση του ιατρικού και παραϊατρικού προσωπικού και η παρουσίαση των δεδομένων λειτουργίας του Πρότυπου διεπιστημονικού κέντρου αναφοράς για ασθενείς με LONG COVID του ΓΝΑ «Ευαγγελισμός», ήταν το θέμα της συνέντευξης τύπου που πραγματοποίησε το επιστημονικό δυναμικό του Κέντρου της Α’ ΚΕΘ ΓΝΑ «Ευαγγελισμός».
Χαιρετισμό απηύθυνε ο Υπουργός Υγείας κ. Θ. Πλεύρης, o οποίος δήλωσε ότι το Υπουργείο σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς, βάσει των ευρωπαϊκών κατευθυντήριων οδηγιών, στοχεύει στη θεσμοθετημένη αντιμετώπιση του συνδρόμου LΟNG COVID, με τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πλαισίου, ώστε ο ασθενής να γνωρίζει όλο τον «οδικό» χάρτη για την αντιμετώπιση και διαχείριση του συνδρόμου. Από το 2020 έως και σήμερα λειτουργούν 132 ιατρεία post COVID, τα 82 σε νοσοκομεία και τα 50 σε κέντρα Υγείας και στις 7 υγειονομικές περιφέρειες ενώ 24.500 ασθενείς έχουν λάβει την απαραίτητη ιατρική φροντίδα.
Η κ. Αναστασία Κοτανίδου, Καθηγήτρια Εντατικής Θεραπείας ΕΚΠΑ, Διευθύντρια Α’ ΚΕΘ ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» μεταξύ άλλων τόνισε ότι: «το σύνδρομο LΟNG COVID χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Σύμφωνα με μελέτες το 30% των ασθενών που θα νοσήσουν από κορονοϊό θα αντιμετωπίσουν το σύνδρομο LONG COVID, δηλαδή 1 στους 5 θα παρουσιάσει κάποιες υπολειμματικές βλάβες σε ζωτικά όργανα όπως οι πνεύμονες, η καρδιά, το ήπαρ, οι ενδοκρινείς αδένες, το κεντρικό νευρικό σύστημα».
O κ. Θεοκλής Ζαούτης, Πρόεδρος ΕΟΔΥ, αναφέρθηκε στη σημασία της λειτουργίας του πρότυπου διεπιστημονικού κέντρου αναφοράς ασθενών με LΟNG COVID της Α’ΚΕΘ και των δεδομένων που πλέον διαθέτει για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου κέντρων αναφοράς στη χώρα με στόχο την αντιμετώπιση του συνδρόμου καθώς αποτελεί επείγουσα ανάγκη για τη δημόσια υγεία.
Η κ. Παρασκευή Κατσαούνου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πνευμονολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη για τις λοιμώξεις ως Μέλος ΔΣ της Ελληνικής Πνευμονικής Εταιρείας και συντονίστρια του διεπιστημονικού κέντρου αναφοράς LONG COVID του ΓΝΑ «Ευαγγελισμός», κατά την ομιλία της αναφέρθηκε στην αναγνώριση του Συνδρόμου LONG COVID ως εμμένοντα ή εμφανιζόμενα συμπτώματα 12 εβδομάδες μετά τη νόσηση από κορονοϊό και στην μετεξέλιξη του ιατρείου post covid της Α’ΚΕΘ σε διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς LONG COVID, ένα κέντρο που μοιάζει να έχει προβλέψει το πρόσφατο call for action του ΠΟΥ https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/35743774/. Καινούργια ή εμμένοντα συμπτώματα (πάνω από 200) μπορεί να εμφανιστούν σε ασθενείς με COVID ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της αρχικής λοίμωξης. Επιπρόσθετα των συμπτωμάτων από το αναπνευστικό σύστημα, οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν κόπωση, διαταραχές ύπνου, άγχος, κατάθλιψη, ταχυκαρδίες και νευρολογικά συμπτώματα (δυσαυτονομία, γνωστικά ελλείμματα κλπ). Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι υποτροπιάζοντα και να εκλύονται μετά από στρες, αφυδάτωση, σωματική κόπωση.
«Πρώιμα εδώ και 14 μήνες, αναγνωρίζοντας και τις εξωπνευμονικές επιπτώσεις της νόσου και ανταποκρινόμενοι στις κλήσεις των ασθενών, διευρύναμε το post COVID διεπιστημονικό ιατρείο σε μη νοσηλευθέντες ασθενείς που είχαν νοσήσει και την εξέταση των ασθενών πέρα από το αναπνευστικό σύστημα, δημιουργώντας ιατρική ομάδα με τους καρδιολόγους, τους ενδοκρινολόγους και την ομάδα καρδιοαναπνευστικής αποκατάστασης και σε συνεργασία με την ομάδα ασθενών LΟNG COVID». «Τα αποτελέσματα της αρχικής μας προσέγγισης δημοσιεύτηκαν στο https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/35743774/#article-details, δείχνοντας ότι οι Έλληνες ασθενείς που δεν έχουν νοσηλευτεί έχουν παρόμοια συμπτώματα με τους νοσηλευόμενους, τα οποία όμως υποτροπιάζουν» επισήμανε η κα. Κατσαούνου. Επίσης ανέφερε ότι τους τελευταίους έξι μήνες δημιουργήθηκε πλέον ένα διεπιστημονικό κέντρο με 16 ιατρούς και 12 επαγγελματίες υγείας, με τη συμμετοχή νευρολόγων, ψυχιάτρων, ΩΡΛ, δερματολόγων, νευροψυχολόγων, εργοφυσιολόγων και φυσιοθεραπευτών.
«Οι εξωνοσοκομειακοί ασθενείς με LONG COVID που έχουν ολοκληρώσει όλο τον έλεγχο είναι 55 και ποσοστό πάνω από 50% έχει προσβολή του νευρικού συστήματος. Καταγράφουμε, ερευνούμε, διαγιγνώσκουμε και αντιμετωπίζουμε ολιστικά τους ασθενείς με LONG COVID, ενώ παράλληλα προσπαθούμε να ευαισθητοποιήσουμε το κοινό και την Πολιτεία ώστε να μπορέσουμε συνεχίσουμε και να διευρύνουμε το έργο μας, καθώς ήδη πάνω από 200 ασθενείς είναι σε αναμονή. Αν και η παραλλαγή Όμικρον φαίνεται αρχικά να σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο για LONG COVID σε σύγκριση με τη Δέλτα, επειδή αφορά σε μεγάλο πληθυσμό ατόμων, οι τελικοί αριθμοί ανθρώπων με LONG COVID μπορεί να είναι αυξημένοι συνολικά.Οι επιπτώσεις του LONG COVID μπορεί να αποτελέσουν σημαντικότατο πρόβλημα δημόσιας υγείας με σημαντικότατη επιβάρυνση στην οικονομία».
Ο κ.Στέργιος – Στυλιανός Γκατζώνης, Καθηγητής Νευρολογίας & Χειρουργικής Θεραπείας Νευρολογικών Νοσημάτων ΕΚΠΑ, ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» αναφέρθηκε στην προσβολή του νευρικού συστήματος από τον κορονοϊό. Συγκεκριμένα, το νευρικό σύστημα προσβάλλεται άμεσα μόνο σε σχετικά μικρό ποσοστό στην οξεία φάση νόσησης από Covid-19. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει στο βεβαιωμένο πλέον μεταλοιμώδες σύνδρομο από το οποίο πάσχει σημαντικό ποσοστό όσων νόσησαν από SARS COVID-19.
«Στην πρώτη δεκάδα των συμπτωμάτων του συνδρόμου LΟNG COVID ή στα συμπτώματα που εμφανίζει πάνω από 50% των πασχόντων, η συντριπτική πλειοψηφία αποτελείται από αιτιάσεις σχετιζόμενες με δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος. Δεδομένου του επιπολασμού και της σοβαρότητας των νευρολογικών επιπλοκών που σχετίζονται με τον COVID-19, απαιτείται μεγαλύτερη έμφαση σε αυτές». Η διεθνής βιβλιογραφία τόνισε ο κ. Γκατζώνης προσπαθεί να λύσει αυτό το γρίφο που μοιάζει να είναι δύσκολος, πολυπαραγοντικός, να περιέχει ίσως νέες παθολογίες ή ακόμη ενδέχεται και να μην είναι απαραίτητα αποτέλεσμα παθολογίας του COVID-19. «Ωστόσο, ενώ απαιτείται πολύ περισσότερη έρευνα για την αποσαφήνιση των αιτιών και των επίμονων επιπτώσεων μιας λοίμωξης SARS-CoV-2, υποστηρίζουμε ότι η δημιουργία κέντρων αναφοράς που θα καταγράψουν, θα αντιμετωπίσουν, θα κατευθύνουν, θα θεραπεύσουν και θα παρακολουθήσουν μακροπρόθεσμα αυτούς τους πάσχοντες είναι επιστημονικά, επιδημιολογικά, οικονομικά και κυρίως ανθρώπινα η μοναδική ορθή βάση για τους ερευνητές και τους κλινικούς γιατρούς ώστε να λύσουν αυτόν το γρίφο».
Ο κ. Παντελής Γουνόπουλος Επιμελητής Α’, Β’ Καρδιολογική Κλινική, Υπεύθυνος Καρδιολογικού Ιατρείου Λιπιδίων, ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» αναφέρθηκε στην καρδιακή βλάβη, η οποία στην οξεία λοίμωξη είναι πολυπαραγοντική. «Γνωρίζουμε ότι μπορούν να προκληθούν μεταξύ άλλων περικαρδίτιδα και μυοκαρδίτιδα οι οποίες μερικές φορές δε διαγιγνώσκονται στα αρχικά στάδια. Η διάγνωση και θεραπευτική αντιμετώπιση αυτών κρίνεται απαραίτητη, με στόχο να μην παραμείνει βλάβη στο μυοκάρδιο καθώς η προσβολή της καρδίας σχετίζεται με χειρότερη πρόγνωση. Κάποια συμπτώματα του Συνδρόμου LONG COVID όπως θωρακικό άλγος, αίσθημα παλμών, ταχυκαρδία, δύσπνοια και άλλα μη ειδικά συμπτώματα, χρειάζονται εξειδικευμένη και διεπιστημονική συνεργασία καθώς οφείλονται σε προσβολή του νευρικού συστήματος που νευρώνει την καρδιά, σε ανοσολογικούς μηχανισμούς, μικροθρομβωσεις και άλλα άγνωστα ακόμη αίτια και μηχανισμούς». Στα πλαίσια του ιατρείου LONG COVID εξήγησε ο κ. Γουνόπουλος ότι όλοι οι ασθενείς υποβάλλονται σε βασικό καρδιολογικό έλεγχο με κλινική εξέταση, ηλεκτροκαρδιογράφημα, υπερηχογράφημα καρδιάς, και ακολουθεί λεπτομερής έλεγχος του καρδιαγγειακού σκέλους του αυτονόμου νευρικού συστήματος. «Οι δοκιμασίες περιλαμβάνουν ενεργητική ορθοστάτηση, βαθιά εισπνοή-εκπνοή, ισομετρική χειρολαβή και δοκιμασία valsalva και μετρώνται οι επιδράσεις τους στην λειτουργία του καρδιαγγειακού. Μέχρι στιγμής έχουν εξεταστεί 40 ασθενείς με σημεία θετικότητας σε ποσοστά μέχρι και 50%. Αυτοί οι ασθενείς στη συνεχεια υποβάλλονται σε ακόμη περισσότερο εξειδικευμένες εξετάσεις όπως Tilt test και holter ρυθμού».
Η κ. Δήμητρα Βασιλειάδη Ενδοκρινολόγος, Διευθύντρια ΕΣΥ, ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» μεταξύ άλλων ανέφερε ότι: «το Ενδοκρινολογικό Τμήμα του Νοσοκομείου μας συμμετείχε εξ αρχής στην ίδρυση και λειτουργία του Διεπιστημονικού ιατρείου LONG COVID. Παράλληλα, ως μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Αναφοράς για σπάνια ενδοκρινικά νοσήματα (ENDO–ERN), το Ενδοκρινολογικό τμήμα συμμετέχει και στη συντονισμένη ευρωπαϊκή προσπάθεια της βέλτιστης αντιμετώπισης ασθενών με σπάνια ενδοκρινικά νοσήματα που προσβάλλονται από COVID-19. Εξαρχής έγινε αντιληπτό ότι η COVID-19 είναι μια πολυσυστηματική νόσος καθώς ο κορονοϊός προσβάλει πολλά συστήματα και ιδίως το ενδοκρινικό εξαιτίας της παρουσίας του υποδοχέα του ιού σε αυτό».
Ως προς τα Ενδοκρινικά νοσήματα, η κυρία Βασιλειάδη τόνισε ότι: «χαρακτηριστικά, ο Σακχαρώδης Διαβήτης αποτελεί παράγοντα για βαρύτερη νόσο και δυσμενέστερη πρόγνωση. Επιπλέον, ένα ποσοστό ασθενών με COVID-19 διαγιγνώσκεται με Σακχαρώδη Διαβήτη τη στιγμή της λοίμωξης. Περίπου το ένα τρίτο από αυτούς τους ασθενείς που δεν είχαν προηγουμένως διαβήτη θα συνεχίσουν να έχουν και μετά την αποδρομή της COVID-19. Εκτός όμως από τις διαταραχές της έκκρισης της ινσουλίνης (Σακχαρώδης Διαβήτης) και άλλες ορμόνες επηρεάζονται είτε από τον ίδιο τον ιό είτε από τις θεραπείες που έλαβε ένας ασθενής κατά τη διάρκεια της νόσου του. Ένα από τα πιο συχνά και επίμονα συμπτώματα που περιορίζει σημαντικά την καθημερινότητα των ατόμων αυτών είναι το αίσθημα χρόνιας κόπωσης, σε συνδυασμό με άλλα μη ειδικά συμπτώματα όπως μυϊκοί πόνοι, υπόταση, νοητική σύγχυση, διαταραχές ύπνου. Τα συμπτώματα αυτά παρατηρούνται και σε ασθενείς με ενδοκρινικές διαταραχές, κυρίως των επινεφριδίων και του θυρεοειδούς. Η μέχρι τώρα εμπειρία μας έχει δείξει ότι κάποιοι ασθενείς με LΟNG–COVID θα βρεθούν πράγματι να πάσχουν από ενδοκρινικές διαταραχές των επινεφριδίων ή του θυρεοειδή η αντιμετώπιση των οποίων εφόσον διαγνωσθούν έγκαιρα θα συμβάλει σημαντικά στην βελτίωση των συμπτωμάτων και της ποιότητας ζωής αυτών των ασθενών».
Η κ. Ελένη Ιασωνίδου, Πρόεδρος της «Ένωσης ατόμων που πάσχουν από τις μακροχρόνιες συνέπειες του Covid-19», τόνισε ότι: «δυστυχώς ενώ τα νούμερα των θανάτων και των νοσηλειών Covid -19 μειώνονται βλέπουμε μια σταθερά ανοδική πορεία εμφάνισης περιστατικών LONG COVID, τόσο σε άτομα που νοσηλεύτηκαν, όσο και σε ασθενείς χωρίς νοσηλεία αλλά και παιδιά. Ο ΠΟΥ σε ανακοίνωσή του υπολογίζει πως ένα ποσοστό 10 με 20% των ατόμων που θα νοσήσει με SARS COV 2 θα αναπτύξει συμπτώματα LONG COVID. Στις ΗΠΑ, ελέγχοντας τις ηλεκτρονικές καρτέλες 65 εκατομμυρίων ανθρώπων σε 50 πολιτείες για 1 έτος βρέθηκε πως 1 στους 5 ενήλικες 18-65 ετών παρουσίαζε μία πάθηση η οποία σχετιζόταν με προηγούμενη λοίμωξη από covid, νούμερο που ανέβαινε στους 1 προς 4 στους ασθενείς, άνω των 65. Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτη REACT, 37.7% των ατόμων που είχαν νοσήσει με covid συνέχιζαν να εμφανίζουν τουλάχιστον ένα σύμπτωμα 12 ή περισσότερες εβδομάδες post covid, ενώ ένα ποσοστό 14,8% εμφάνιζε 3 ή περισσότερα συμπτώματα στον αντίστοιχο χρόνο. Στην Ελλάδα με 3.5 εκατομμύρια καταγεγραμμένες λοιμώξεις ένας άγνωστος αριθμός ατόμων εμφανίζει εμμένοντα συμπτώματα κόπωσης, δύσπνοιας, γνωστικών διαταραχών και διαταραχών αυτόνομου νευρικού συστήματος που έχουν ανάγκη διεπιστημονικής προσέγγισης, διάγνωσης και αποκατάστασης μακριά από στερεότυπα και διακρίσεις με βάση την βαρύτητα αρχικής νόσησης».
«Μόνο με την συνεργασία Πολιτείας, Ένωσης Ασθενών και Επιστημονικής-Πανεπιστημιακής κοινότητας μπορεί να αντιμετωπιστεί ολιστικά η νέα αυτή νόσος που ονομάζεται LONG COVID. Το τρίπτυχο διάγνωση-καταγραφή, αποκατάσταση και έρευνα μέσα από κέντρα αναφοράς διεπιστημονικής προσέγγισης είναι η πιο σύγχρονη ολιστική αντιμετώπιση που συστήνεται από τον ΠΟΥ» συμπλήρωσε η κυρία Ιασωνίδου. Συνοψίζοντας η κ. Κατσαούνου επισήμανε ότι: «το LONG COVID αποτελεί καινούργια οντότητα και απαιτεί ολιστική διεπιστημονική προσέγγιση, με εκπαίδευση του ιατρικού και παραϊατρικού προσωπικού και δημιουργία ομάδων με εύρυθμη λειτουργία. Το Πρότυπο διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς για ασθενείς με LONG COVID του ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» έχει οργανωθεί, στελεχωθεί και αποκτήσει εμπειρία. Χρειάζεται στήριξη για να καλύψει το πλήθος των ασθενών σε αναμονή. Μόνο με τη Συνεργασία Πολιτείας, Ένωσης ασθενών και Επιστημονικής-Πανεπιστημιακής κοινότητας μπορεί να αντιμετωπιστεί ολιστικά».